Δευτέρα 11 Ιουνίου 2018

Ώδινεν όρος και έτεκεν μυν: Κυβέρνηση Τσίπρα στην Ιταλία

Του Δημήτρη Καζάκη

Ο νέος πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζουζέπε Κόντε, απευθύνθηκε για πρώτη φορά στο κοινοβούλιο την Τρίτη, 5/6, ζητώντας την ψήφο εμπιστοσύνης για την κυβέρνησή του στο άνω Σώμα της Γερουσίας. Η ομιλία των προγραμματικών του δηλώσεων ήταν ένα déjà vu για εμάς τους Έλληνες. Ένας νέος Τσίπρας ανέλαβε στην Ιταλία για να ξεγελάσει τους Ιταλούς πολίτες.

Η κυβέρνηση του Τζουζέπε Κόντε ορκίστηκε άρον-άρον την Παρασκευή που μας πέρασε για να αναχαιτιστεί η λαϊκή οργή. Με σκοπό να μην μετατραπεί η γιορτή της Δημοκρατίας του Σαββάτου 2 Ιουνίου σε αφετηρία μιας δημοκρατικής αναγέννησης της Ιταλίας με την πρωτοβουλία να περνά από τις κομματικές ηγεσίες στους «από κάτω», τη λαϊκή βάση.

Κι έτσι η γιορτή της δημοκρατίας αντί να πάρει χαρακτήρα παλλαϊκής διαμαρτυρίας για την καταπάτηση του Συντάγματος, φόρεσε τα συνήθη γιορτινά της και εκτονώθηκε με τις γνωστές παράτες των επισήμων και των συμβόλων της κρατικής ισχύος. Ο λαός σε ρόλο κομπάρσου, θεατή, έμεινε να εκτονώνεται κουνώντας το σημαιάκι.

Την «εθνική ενότητα» είχαν αναλάβει ως συνήθως να την εκφράσουν οι γνωστοί μας ύποπτοι. Αυτοί που έχουν κάνει επάγγελμα να την πουλάνε και να την αγοράζουν με οφίτσια, αξιώματα και εξουσίες ερήμην του πολίτη.

Η νέα κυβέρνηση του Κινήματος των 5 Αστέρων και της Λίγκας με επικεφαλής τον Τζουζέπε Κόντε, απέδειξε ότι τρέμει την κινητοποίηση του λαού, όσο και το καθεστώς διαφθοράς που υποτίθεται ότι καλείται να ανατρέψει. Απέδειξε ότι έχει την ίδια δημοκρατική ευαισθησία στην τήρηση του Συντάγματος με εκείνη του Ματαρέλα, του Μπερλουσκόνι, του Ρέντσι και των υπολοίπων. Δηλαδή καμία απολύτως.

Αυτό φάνηκε και στην ομιλία των προγραμματικών δηλώσεων του πρωθυπουργού Τζουζέπε Κόντε. Πουθενά δεν υπήρξε ούτε καν η νύξη για τη θεσμική ενίσχυση της δημοκρατίας υπέρ των πολιτών. Ούτε κουβέντα. Παρά το γεγονός ότι ολόκληρη η ομιλία δεν ήταν παρά ένα ευχολόγιο.

Ο Τζουζέπε Κόντε με τις προγραμματικές δηλώσεις του δεν ανέλαβε κανενός είδους κυβερνητική δέσμευση. Υποσχέθηκε χωρίς να δεσμεύεται για τίποτε συγκεκριμένα. Όλα τα επίμαχα σημεία της αρχικής κυβερνητικής συμφωνίας απουσίαζαν είτε απουσίαζαν, είτε παραπέμφθηκαν στις καλένδες. Πρόκειται για την τυπική γλώσσα της πολιτικής εξαπάτησης.

Ας δούμε πιο συγκεκριμένα. Η αρχική συμφωνία έλεγε ότι η νέα κυβέρνηση ενώ δεν αμφισβητεί την παραμονή της Ιταλίας στο ΝΑΤΟ, θα επανεξετάσει τη χρησιμότητα των στρατιωτικών της αποστολών στο εξωτερικό και μονομερώς θα λήξει το καθεστώς κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας.

Τι δήλωσε τώρα ο Τζ. Κόντε; «Πρώτα απ’ όλα, σκοπεύουμε να επιβεβαιώσουμε την πεποίθησή μας για τη συμμετοχή μας στο ΝΑΤΟ, με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ως προνομιούχο σύμμαχο… Θα υποστηρίξουμε το άνοιγμα προς τη Ρωσία… Θα προωθήσουμε την επανεξέταση του συστήματος κυρώσεων, ξεκινώντας από εκείνες που απειλούν με ευτελισμό την ρωσική κοινωνία των πολιτών.»

Άνθρακες ο θησαυρός. Η Ιταλία θα συνεχίσει να σέρνεται στο άρμα της «προνομιακής συμμαχίας» με τις ΗΠΑ και στα πολεμικά μέτωπα ανά την υφήλιο που απαιτούν τα συμφέροντα της Ουάσιγκτον.

Όσο για τη Ρωσία η νέα κυβέρνηση υποστηρίζει τώρα το «άνοιγμα προς τη Ρωσία». Γιατί, υπάρχει κυβέρνηση από την Ουάσιγκτον έως τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο που να μην υποστηρίζει το «άνοιγμα προς τη Ρωσία»; Στα λόγια καμία. Υποστηρίζουν το «άνοιγμα» και ταυτόχρονα υιοθετούν όλο και πιο αυστηρές κυρώσεις.

Όσο για τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, η ακύρωσή τους μετατράπηκε σε «επανεξέταση του συστήματος κυρώσεων». Δηλαδή τζίφος η δουλειά. Αυτό που υπόσχεται ο Κόντε είναι, στην καλύτερη περίπτωση, ένα πιο επιλεκτικό σύστημα κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας, το οποίο θα μπορούσε να είναι ακόμη πιο επιθετικό απ’ ότι σήμερα.

Η θέση της κυβέρνησης Κόντε προκαθορίζει και τη στάση της Ιταλίας στη σύνοδο κορυφής της ΕΕ, αύριο Πέμπτη. Ενώ ταυτόχρονα τον Κόντε δεν τον απασχολεί ούτε καν ως καθηγητή της νομικής το γεγονός ότι με βάση το διεθνές δίκαιο οι μονομερείς κυρώσεις εναντίον κρατών όχι μόνο είναι παράνομες, αλλά συνιστούν απροκάλυπτη επιθετική ενέργεια.

Αλλά αυτά είναι ψιλά γράμματα για ηγεσίες και πρωθυπουργούς που καταπίνουν τόσο εύκολα τις συνταγματικές αλχημείες του Ματαρέλα και δεν τον παραπέμπουν με βάση το άρθρο 90. Προφανώς η νέα κυβέρνηση τον χρειάζεται τον Ματαρέλα στο πόστο του.

Όπως άλλωστε χρειαζόταν τον Προκόπη Παυλόπουλο η κυβέρνηση Τσίπρα το 2015 προκειμένου να δικαιολογήσει τις πράξεις εσχάτης προδοσίας που διέπραξε σε βάρος του ελληνικού λαού. Φτάνοντας στο έσχατο σημείο να αντιστρέψει την ετυμηγορία του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου 2015, όπου το ΟΧΙ στα μνημόνια του ελληνικού λαού κατά 62%, έγινε ΝΑΙ. Λέτε να μπορούσε να το κάνει η κυβέρνηση Τσίπρα κάτι τέτοιο αν στην Προεδρεία της Δημοκρατίας βρισκόταν κάποιο πρόσωπο που τιμούσε το Σύνταγμα και το ρόλο του; Όχι βέβαια.

Ίσως αυτός να είναι κι ο λόγος, που οι κυβερνητικοί εταίροι θέλουν τον Ματαρέλα στη θέση του. Ο εν λόγω Πρόεδρος της Δημοκρατίας απέδειξε ότι δεν έχει κανένα δισταγμό να ποδοπατά και να παραβιάζει το Σύνταγμα για τα συμφέροντα του Βερολίνου και των Βρυξελλών. Κι ένας τέτοιος Πρόεδρος είναι πολύτιμος για μια κυβέρνηση που σχεδιάζει να πουλήσει, να προδώσει όλα όσα έχει υποσχεθεί προεκλογικά στον Ιταλικό λαό.

Αλήθεια, με το δημόσιο χρέος τι γίνεται; Να τι είπε ο Κόντε:

«Θέλουμε να μειώσουμε το δημόσιο χρέος, αλλά θέλουμε να το κάνουμε αυξάνοντας τον πλούτο μας, όχι με την λιτότητα που τα τελευταία χρόνια έχει συμβάλει στην αύξηση του δημόσιου χρέους.» Πρόκειται για μπούρδα ολκής. Τι ακριβώς εννοεί; Ότι θα αυξήσει το ΑΕΠ προκειμένου ο λόγος του δημόσιου χρέους προς αυτό να φαντάζει μικρότερος;

Πρόκειται για νεοφιλελεύθερες ανοησίες. Δεν πληρώνει το ΑΕΠ για το δημόσιο χρέος, αλλά το διαθέσιμο εισόδημα πρώτα και κύρια του νοικοκυριού δια μέσου του προϋπολογισμού. Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι η άνοδος του ΑΕΠ γενικά, ούτε του πλούτου γενικά, αλλά η πραγματική άνοδος του εισοδήματος των νοικοκυριών, των εργαζομένων, της μεγάλης πλειοψηφίας. Δείτε που οδήγησε τις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών η πολιτική περιορισμού του δημοσιονομικού ελλείμματος.

Μπορεί η κυβέρνηση να εφαρμόσει πολιτική αύξησης του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και μάλιστα με στόχο την αύξηση της αποταμίευσης, τηρώντας ταυτόχρονα τους όρους και τις δεσμεύσεις του δημοσιονομικού Συμφώνου της ευρωζώνης; Ούτε κατά διάνοια.
«Το ιταλικό δημόσιο χρέος είναι πλήρως βιώσιμο σήμερα.» Συνεχίζει ο Τζουζέπε Κόντε. «Ωστόσο, πρέπει να επιδιωχθεί η μείωσή του, αλλά με στόχο την οικονομική ανάπτυξη. Η δημοσιονομική πολιτική και η πολιτική για τις δημόσιες δαπάνες θα πρέπει να προσανατολίζονται στην επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί για σταθερή και βιώσιμη ανάπτυξη.»

Να λοιπόν και το παραμύθι περί της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους. Ένα χρέος που εξυπηρετείται με δραστικές περικοπές δαπανών, αυξήσεις φόρων και ιδιωτικοποιήσεις δεν είναι βιώσιμο. Πολύ περισσότερο δεν είναι βιώσιμο ένα δημόσιο χρέος για το οποίο είναι αναγκασμένο το κράτος να δανείζεται εκ νέου για να το εξυπηρετήσει.

Το διάγραμμα που παραθέτουμε δείχνει – σύμφωνα με τα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας της Ιταλίας – το ύψος του νέου ετήσιου δανεισμού σε σύγκριση με τις τακτικές δαπάνες και τα τακτικά έσοδα της Γενικής Κυβέρνησης στην Ιταλία. Όλα ως % του ΑΕΠ. Η κυβέρνηση χρειάζεται να δανείζεται εκ νέου κάθε χρόνο σε ύψος άνω του 30% του ΑΕΠ. Κι αυτό γιατί χρειάζεται να αναχρηματοδοτεί το δημόσιο χρέος της. Δηλαδή να εξυπηρετεί τα παλιά δάνεια με νέα.

Πώς είναι δυνατόν να μειώσει η ιταλική κυβέρνηση δραστικά τις ανάγκες νέου δανεισμού; Μέσα στην ευρωζώνη υπάρχει μόνο ένας τρόπος, η δραστική περικοπή δαπανών και η υπερφορολόγηση. Και πάλι χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα μιας και οι ανάγκες νέου δανεισμού δεν μπορούν να μειωθούν δραστικά, όσο μεγάλο κι αν είναι το πρωτογενές πλεόνασμα.

Η κυβέρνηση αν θέλει στα σοβαρά να εφαρμόσει επεκτατικό για την οικονομία και τα εισοδήματα πρόγραμμα, οφείλει να προχωρήσει σε μια έστω μεσοπρόθεσμη δραστική αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος προς όφελος της κοινωνίας, των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Πώς θα καλυφθεί αυτό το δημοσιονομικό έλλειμμα με δεδομένο το δημόσιο χρέος, αλλά και την παραμονή της Ιταλίας στο ευρώ;

Πρώτα και κύρια με νέους φόρους. Ωστόσο με τους φόρους υπάρχει ο κίνδυνος να εξανεμιστεί η όποια άνοδος των εισοδημάτων, οπότε είναι δώρον, άδωρον για την οικονομία. Ενώ η εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους θα επικρέμεται στον προϋπολογισμό ακόμη πιο απειλητική.

Τι μένει λοιπόν για την κυβέρνηση της Ιταλίας; Μια από τα ίδια. Νέος ακόμη πιο εκτεταμένος δανεισμός σε ευρώ.

Το πρόβλημα του χρέους (δημόσιου και ιδιωτικού) δεν είναι απλά ή κύρια προϊόν της ελλειμματικής διαχείρισης του κράτους Είναι αποτέλεσμα ενός παντελώς παρασιτικού «μοντέλου» ανάπτυξης που έχει σαν κινητήρια δύναμη όχι το εισόδημα και τις αποταμιεύσεις του πληθυσμού, αλλά την πιστωτική επέκταση.

Μια πιστωτική επέκταση που με την ευρωζώνη πήρε τερατώδεις διαστάσεις. Κι έτσι στην Ιταλία θα πρέπει ένας συνολικός δανεισμός της τάξης άνω των 170% καλείται να χρηματοδοτήσει ένα πιο χαμηλά επίπεδα επενδύσεων στην οικονομική ιστορία της χώρας, ο οποίος μόλις και μετά βίας κινείται γύρω στο 17% του ΑΕΠ.

Παρ’ όλα αυτά ο Κόντε και η κυβέρνησή του δεν λένε τίποτε για όλα αυτά. Απλά επαναλαμβάνουν τους γνωστούς όρκους πίστης στο «μοντέλο» αυτό, που έχει θεσμοθετήσει η «Ευρώπη» της ευρωζώνης.

«Στην Ευρώπη, τα ζητήματα αυτά θα προωθηθούν έντονα με στόχο την αλλαγή της διακυβέρνησής της, μια αλλαγή που βρίσκεται ήδη στο επίκεντρο του προβληματισμού και της συζήτησης σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ.» Με άλλα λόγια, ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι. Το δημοσιονομικό σύμφωνο εναποτίθεται στις διαπραγματεύσεις για την «αλλαγή της διακυβέρνησης» της «Ευρώπης». Κι όποιος επιβιώσει των διαπραγματεύσεων, θα έχει να το λέει.

«Είμαστε αισιόδοξοι για το αποτέλεσμα αυτών των συζητήσεων και σίγουροι για τη διαπραγματευτική μας δύναμη, επειδή αντιμετωπίζουμε μια κατάσταση στην οποία τα συμφέροντα της Ιταλίας… συμπίπτουν με τα γενικά συμφέροντα της Ευρώπης, με στόχο την αποφυγή ενδεχόμενης παρακμής της. Η Ευρώπη είναι το σπίτι μας.»

Μη μου πείτε ότι εμείς οι Έλληνες δεν τα έχουμε ξανακούσει αυτά. Ούτε αντιγραφή να έκανε ο κ. Κόντε από τον δικό μας τον Τσίπρα, τότε στις αρχές της δικής του διακυβέρνησης όταν υποσχόταν ότι με διαπραγματεύσεις θα λύσει το πρόβλημα της Ελλάδας. Τότε που υποσχόταν ότι είναι αδύνατον να μην πείσει τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο. Γιατί; Διότι υποτίθεται ότι τα συμφέροντα της Ελλάδας είναι ταυτόσημα με τα συμφέροντα της Ευρώπης!

Στην Ιταλία λοιπόν ξεκινά το έργο της μια κυβέρνηση ανάλογη με εκείνη του Τσίπρα το 2015. Ποια είναι η σκοπιμότητα μιας τέτοιας κυβέρνησης; Να φέρει τα χειρότερα για τους Ιταλούς πολίτες, όπως έκανε και η «αντιμνημονιακή» κυβέρνηση Τσίπρα για τους Έλληνες.

Η βασική της αποστολή είναι να σκοτώσει την ελπίδα στην καρδιά και το νου των Ιταλών, όπως ακριβώς έκανε και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην Ελλάδα. Να πείσει τους Ιταλούς πολίτες ότι τίποτε άλλο δεν μπορεί να γίνει, εκτός από αυτά που επιτάσσουν οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο.

Για να δούμε. Θα το χάψουν το παραμύθι οι Ιταλοί, όπως το έχαψαν οι Έλληνες; Θα δεχθούν να δουν τα χειρότερα από αυτούς που εμπιστεύθηκαν ως διαφορετικούς; Ή θα προχωρήσουν γρήγορα σε μια ανασυγκρότηση ενός πλατύτατου κινήματος πολιτών με ξεκάθαρους πολιτικούς στόχους, έτσι ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τις ηγεσίες που ήδη τους έχουν πουλήσει;

Πάντως οι Ιταλοί σε αντίθεση με τους Έλληνες έχουν αποδείξει πώς δεν είναι κολλημένοι με τις ετικέτες της δεξιάς και της αριστεράς. Κι επομένως είναι σε θέση να κάνουν το πολιτικό άλμα. Αρκεί να το κάνουν σύντομα, διαφορετικά η χώρα τους θα δει τα πολύ χειρότερα.