Του Δημήτρη Καζάκη
Μέσα στους επόμενους τρεις μήνες θα ξεκινήσει το κοινό αμυντικό δόγμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό αποφάσισαν οι ηγέτες της ΕΕ, σε σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες την Πέμπτη (22 Ιουνίου). Πρόκειται για το γαλλο-γερμανικό σχέδιο. Στο επόμενο τρίμηνο θα πρέπει να ανακοινώσουν οι κυβερνήσεις εάν θα συμμετάσχουν στο νέο πανευρωπαϊκό σύστημα άμυνας.
«Η ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική έπρεπε να ξεκινήσει το 1954, την πρότεινα το 2014, συμβαίνει τώρα», δήλωσε ο πρόεδρος της επιτροπής της ΕΕ Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Ωστόσο, οι λεπτομέρειες του σχεδίου παραμένουν μυστικές. Κανείς από τους λαούς και τα κοινοβούλια των κρατών μελών δεν γνωρίζει τι σημαίνει επακριβώς αυτό το σχέδιο.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους κατά την πρώτη διάσκεψη κορυφής της ΕΕ, ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν περιέγραψε την τελευταία κίνηση ως «ιστορική». «Για χρόνια και χρόνια δεν έχει σημειωθεί καμία πρόοδος στην άμυνα και υπήρξε μια σήμερα», είπε.
Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ επανέλαβε τις απόψεις της, σημειώνοντας ότι η πρόταση θα δώσει τη δυνατότητα στα συμμετέχοντα κράτη της ΕΕ να εκτελούν αποστολές σε ολόκληρο τον κόσμο. «Τις επόμενες εβδομάδες και μήνες, θα εξετάσουμε πιθανά έργα και τα κριτήρια που θα πρέπει να πληρούνται», είπε, προσθέτοντας ότι η Ευρωπαϊκή δύναμη θα συμπληρώσει το ΝΑΤΟ.
Ο Μακρόν σημείωσε ότι τόσο η Γαλλία όσο και η Γερμανία είναι έτοιμες «να προχωρήσουν ακόμη περισσότερο» από ό, τι είχε συμφωνηθεί μεταξύ των 28 κρατών της ΕΕ. Αυτό που εννοεί ο Μακρός είναι η από κοινού δράση και οργάνωση των στρατιωτικών δυνάμεων των δυο χωρών. Ένα σχέδιο που ξεκίνησε με μικτές μονάδες στη δεκαετία του 1990 και στο οποίο αντιδρούν έντονα οι κορυφές των ενόπλων δυνάμεων της Γαλλίας.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι η πρώτη κρίση της κυβέρνησης Μακρόν προέκυψε στο υπουργείο Άμυνας. Μπορεί να υποβαθμίστηκε από τα ΜΜΕ, αλλά η ουσία του βρίσκεται στο γεγονός ότι μεγάλο μέρος των επιτελείων των Γαλλικών ενόπλων δυνάμεων, αντιτίθενται στο σχέδιο ενοποίησης των στρατευμάτων, αλλά και των αμυντικών δογμάτων με τη Γερμανία.
Χωρίς να επεκταθεί ο Μακρόν σε λεπτομέρειες, είπε ότι οι συνομιλίες για ισχυρότερους γαλλο-γερμανικούς αμυντικούς δεσμούς θα συζητηθούν στο Παρίσι σε υπουργική διάσκεψη στις 13 Ιουλίου. Η πρωτοβουλία εντάσσεται σε μια προσπάθεια πολιτικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η οποία, μεταξύ άλλων, επιδιώκει να χρησιμοποιήσει τα κονδύλια της ΕΕ για τη χρηματοδότηση της έρευνας στον τομέα της άμυνας. Η Επιτροπή έχει προτείνει αυτό το μήνα να προστεθούν 500 εκατομμύρια ευρώ το 2019 και το 2020 για τη νέα στρατιωτική ανάπτυξη. Μετά το 2020, ο αριθμός αυξάνεται σε περίπου 1,5 δις ευρώ ετησίως τόσο για την έρευνα όσο και για την ανάπτυξη νέας στρατιωτικής τεχνολογίας.
Είναι φανερό ότι πρόκειται για δημόσιο χρήμα επιδότηση στις βιομηχανίες πολέμου της ΕΕ για την ανάπτυξη νέων όπλων. Τα κράτη μέλη καλούνται επίσημα να παραιτηθούν από τα δόγματα της εθνικής τους άμυνας και να θέσουν τις ένοπλες δυνάμεις τους στη διάθεση του ευρωστρατού. Το ίδιο οφείλουν να κάνουν και με τις αμυντικές βιομηχανίες που διαθέτουν. Τα πάντα στη διάθεση της κοινής αμυντικής πολιτικής της ΕΕ.
Οι ένοπλες δυνάμεις θα αλλάξουν ριζικά χαρακτήρα. Δεν θα έχουν πια ως αποστολή την εδαφική ακεραιότητα και εθνική ανεξαρτησία του κάθε κράτους μέλους. Θα ανασχηματιστούν και θα αποκτήσουν πλήρως επαγγελματικό (μισθοφορικό) χαρακτήρα με κύρια αποστολή την άμεση επέμβαση όπου κρίνεται αναγκαίο από την Ευρωδιοίκηση. Ενώ η αποστολή τους είναι η «προστασία του ευρωπαίου πολίτη», αλλά και των «ευρωπαϊκών ιδανικών» ότι κι αν σημαίνει κάτι τέτοιο.
Ιδιαίτερα στην περίπτωση που πλειοψηφικά ρεύματα πολιτών απαιτούν την αποχώρηση της χώρας τους από την ΕΕ.
Οι πρώτες αρνήσεις υπήρξαν από την Ιρλανδία και τη Δανία. Ο Ιρλανδός πρωθυπουργός Λέο Βαρανκκάρ δήλωσε ότι «η θέση της Ιρλανδίας υπέρ της ουδετερότητας έχει μακρά ιστορία», οπότε δεν θα συμμετάσχει στο νέο αμυντικό δόγμα της ΕΕ, το οποίο καθαρά επιθετικό τόσο εκτός των ορίων της Ένωσης, όσο και εντός της.
Όμως η Ιρλανδία σύμφωνα με δηλώσεις του πρωθυπουργού της είναι ανοικτή σε συνεργασία για την πρόληψη των επιθέσεων στον κυβερνοχώρο, για τη διαχείριση της μετανάστευσης και για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας. Η Δανία αρνείται επί του παρόντος να επενδύσει στην ασφάλεια της ΕΕ εξαιτίας μιας παλαιάς απόρριψης των πολιτών για τις πολιτικές άμυνας και ασφάλειας της ΕΕ.
Αν ρωτάτε για την Ελλάδα, κακώς ρωτάτε. Ο κ. Τσίπρας έπαιζε αλλού και δεν ασχολήθηκε με τόσο ασήμαντα θέματα. Πάντως, η Ελλάδα ίσως είναι η μόνη χώρα στην ΕΕ που είναι τελείως έτοιμη να αφομοιωθεί από το νέο αμυντικό δόγμα και τον κοινό στρατό. Δεν είναι τυχαία η παρουσία του κ. Κωσταράκου στην κεφαλή του ευρωστρατού. Το μόνο που μένει είναι η κατάργηση της Θητείας, ή έστω δραστικού περιορισμού της, ώστε να μετατραπούν και οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις σε μισθοφορικές κι έτσι να εκτελούν εντολές από ξένα κέντα χωρίς κανένα ενδοιασμό.
Ήδη τα καρακόλια του υπουργείου άμυνας μοιράζουν υποσχέσεις σ’ όσους δεν έχουν κανένα, μα κανένα πρόβλημα να ανταλλάξουν το εθνόσημο και τον όρκο στην πατρίδα με τον παχυλό μισθό ενός μισθοφόρου του ευρωστρατού, ότι σύντομα θα δικαιωθούν. Τώρα αν χρειαστεί να τραβήξουν τη σκανδάλη εναντίον των δικών τους ανθρώπων, γιατί θα κινδυνεύει από αυτούς το «ευρωπαϊκό όραμα», δεν σημαίνει και πολλά. Ούτε και να ασκήσουν στρατιωτική κατοχή στην πατρίδα τους. Είναι κι αυτός ένας από τους επαγγελματικούς κινδύνους για όποιον ασυνείδητο θέτει πάνω και πέρα απ’ όλα τις προσωπικές απολαβές του στο στράτευμα.
Μέσα στους επόμενους τρεις μήνες θα ξεκινήσει το κοινό αμυντικό δόγμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό αποφάσισαν οι ηγέτες της ΕΕ, σε σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες την Πέμπτη (22 Ιουνίου). Πρόκειται για το γαλλο-γερμανικό σχέδιο. Στο επόμενο τρίμηνο θα πρέπει να ανακοινώσουν οι κυβερνήσεις εάν θα συμμετάσχουν στο νέο πανευρωπαϊκό σύστημα άμυνας.
«Η ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική έπρεπε να ξεκινήσει το 1954, την πρότεινα το 2014, συμβαίνει τώρα», δήλωσε ο πρόεδρος της επιτροπής της ΕΕ Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Ωστόσο, οι λεπτομέρειες του σχεδίου παραμένουν μυστικές. Κανείς από τους λαούς και τα κοινοβούλια των κρατών μελών δεν γνωρίζει τι σημαίνει επακριβώς αυτό το σχέδιο.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους κατά την πρώτη διάσκεψη κορυφής της ΕΕ, ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν περιέγραψε την τελευταία κίνηση ως «ιστορική». «Για χρόνια και χρόνια δεν έχει σημειωθεί καμία πρόοδος στην άμυνα και υπήρξε μια σήμερα», είπε.
Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ επανέλαβε τις απόψεις της, σημειώνοντας ότι η πρόταση θα δώσει τη δυνατότητα στα συμμετέχοντα κράτη της ΕΕ να εκτελούν αποστολές σε ολόκληρο τον κόσμο. «Τις επόμενες εβδομάδες και μήνες, θα εξετάσουμε πιθανά έργα και τα κριτήρια που θα πρέπει να πληρούνται», είπε, προσθέτοντας ότι η Ευρωπαϊκή δύναμη θα συμπληρώσει το ΝΑΤΟ.
Ο Μακρόν σημείωσε ότι τόσο η Γαλλία όσο και η Γερμανία είναι έτοιμες «να προχωρήσουν ακόμη περισσότερο» από ό, τι είχε συμφωνηθεί μεταξύ των 28 κρατών της ΕΕ. Αυτό που εννοεί ο Μακρός είναι η από κοινού δράση και οργάνωση των στρατιωτικών δυνάμεων των δυο χωρών. Ένα σχέδιο που ξεκίνησε με μικτές μονάδες στη δεκαετία του 1990 και στο οποίο αντιδρούν έντονα οι κορυφές των ενόπλων δυνάμεων της Γαλλίας.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι η πρώτη κρίση της κυβέρνησης Μακρόν προέκυψε στο υπουργείο Άμυνας. Μπορεί να υποβαθμίστηκε από τα ΜΜΕ, αλλά η ουσία του βρίσκεται στο γεγονός ότι μεγάλο μέρος των επιτελείων των Γαλλικών ενόπλων δυνάμεων, αντιτίθενται στο σχέδιο ενοποίησης των στρατευμάτων, αλλά και των αμυντικών δογμάτων με τη Γερμανία.
Χωρίς να επεκταθεί ο Μακρόν σε λεπτομέρειες, είπε ότι οι συνομιλίες για ισχυρότερους γαλλο-γερμανικούς αμυντικούς δεσμούς θα συζητηθούν στο Παρίσι σε υπουργική διάσκεψη στις 13 Ιουλίου. Η πρωτοβουλία εντάσσεται σε μια προσπάθεια πολιτικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η οποία, μεταξύ άλλων, επιδιώκει να χρησιμοποιήσει τα κονδύλια της ΕΕ για τη χρηματοδότηση της έρευνας στον τομέα της άμυνας. Η Επιτροπή έχει προτείνει αυτό το μήνα να προστεθούν 500 εκατομμύρια ευρώ το 2019 και το 2020 για τη νέα στρατιωτική ανάπτυξη. Μετά το 2020, ο αριθμός αυξάνεται σε περίπου 1,5 δις ευρώ ετησίως τόσο για την έρευνα όσο και για την ανάπτυξη νέας στρατιωτικής τεχνολογίας.
Είναι φανερό ότι πρόκειται για δημόσιο χρήμα επιδότηση στις βιομηχανίες πολέμου της ΕΕ για την ανάπτυξη νέων όπλων. Τα κράτη μέλη καλούνται επίσημα να παραιτηθούν από τα δόγματα της εθνικής τους άμυνας και να θέσουν τις ένοπλες δυνάμεις τους στη διάθεση του ευρωστρατού. Το ίδιο οφείλουν να κάνουν και με τις αμυντικές βιομηχανίες που διαθέτουν. Τα πάντα στη διάθεση της κοινής αμυντικής πολιτικής της ΕΕ.
Οι ένοπλες δυνάμεις θα αλλάξουν ριζικά χαρακτήρα. Δεν θα έχουν πια ως αποστολή την εδαφική ακεραιότητα και εθνική ανεξαρτησία του κάθε κράτους μέλους. Θα ανασχηματιστούν και θα αποκτήσουν πλήρως επαγγελματικό (μισθοφορικό) χαρακτήρα με κύρια αποστολή την άμεση επέμβαση όπου κρίνεται αναγκαίο από την Ευρωδιοίκηση. Ενώ η αποστολή τους είναι η «προστασία του ευρωπαίου πολίτη», αλλά και των «ευρωπαϊκών ιδανικών» ότι κι αν σημαίνει κάτι τέτοιο.
Ιδιαίτερα στην περίπτωση που πλειοψηφικά ρεύματα πολιτών απαιτούν την αποχώρηση της χώρας τους από την ΕΕ.
Οι πρώτες αρνήσεις υπήρξαν από την Ιρλανδία και τη Δανία. Ο Ιρλανδός πρωθυπουργός Λέο Βαρανκκάρ δήλωσε ότι «η θέση της Ιρλανδίας υπέρ της ουδετερότητας έχει μακρά ιστορία», οπότε δεν θα συμμετάσχει στο νέο αμυντικό δόγμα της ΕΕ, το οποίο καθαρά επιθετικό τόσο εκτός των ορίων της Ένωσης, όσο και εντός της.
Όμως η Ιρλανδία σύμφωνα με δηλώσεις του πρωθυπουργού της είναι ανοικτή σε συνεργασία για την πρόληψη των επιθέσεων στον κυβερνοχώρο, για τη διαχείριση της μετανάστευσης και για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας. Η Δανία αρνείται επί του παρόντος να επενδύσει στην ασφάλεια της ΕΕ εξαιτίας μιας παλαιάς απόρριψης των πολιτών για τις πολιτικές άμυνας και ασφάλειας της ΕΕ.
Αν ρωτάτε για την Ελλάδα, κακώς ρωτάτε. Ο κ. Τσίπρας έπαιζε αλλού και δεν ασχολήθηκε με τόσο ασήμαντα θέματα. Πάντως, η Ελλάδα ίσως είναι η μόνη χώρα στην ΕΕ που είναι τελείως έτοιμη να αφομοιωθεί από το νέο αμυντικό δόγμα και τον κοινό στρατό. Δεν είναι τυχαία η παρουσία του κ. Κωσταράκου στην κεφαλή του ευρωστρατού. Το μόνο που μένει είναι η κατάργηση της Θητείας, ή έστω δραστικού περιορισμού της, ώστε να μετατραπούν και οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις σε μισθοφορικές κι έτσι να εκτελούν εντολές από ξένα κέντα χωρίς κανένα ενδοιασμό.
Ήδη τα καρακόλια του υπουργείου άμυνας μοιράζουν υποσχέσεις σ’ όσους δεν έχουν κανένα, μα κανένα πρόβλημα να ανταλλάξουν το εθνόσημο και τον όρκο στην πατρίδα με τον παχυλό μισθό ενός μισθοφόρου του ευρωστρατού, ότι σύντομα θα δικαιωθούν. Τώρα αν χρειαστεί να τραβήξουν τη σκανδάλη εναντίον των δικών τους ανθρώπων, γιατί θα κινδυνεύει από αυτούς το «ευρωπαϊκό όραμα», δεν σημαίνει και πολλά. Ούτε και να ασκήσουν στρατιωτική κατοχή στην πατρίδα τους. Είναι κι αυτός ένας από τους επαγγελματικούς κινδύνους για όποιον ασυνείδητο θέτει πάνω και πέρα απ’ όλα τις προσωπικές απολαβές του στο στράτευμα.