Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2017

Τι μπορεί και πρέπει να γίνει με το δημόσιο χρέος της Ελλάδας;

Του Δημήτρη Καζάκη

Καθώς έρχονται τα πολύ χειρότερα και η χώρα βυθίζεται σε αχαρτογράφητα νερά, υπό ένα ιστορικά πρωτοφανές - τουλάχιστον για ευρωπαϊκή χώρα - καθεστώς κατοχής των εταίρων της, η μαύρη προπαγάνδα οργιάζει. Μην τολμήσει και η μεγάλη πλειοψηφία του λαού χρησιμοποιήσει τον κοινό νου και αντιληφθεί το αυτονόητο, ουαί κι αλίμονο. Έτσι και το κάνει θα μείνει από χαρτί υγείας, θα συλλαμβάνεται καθώς θα ταξιδεύει, θα απαχθεί από τους δανειστές για λύτρα, Θα στερηθεί τα εσώρουχα και τις κάλτσες, θα ζει με βελανίδια και θα ζεσταίνεται με σβουνιές.

Κι όποιος δεν το πιστεύει, παραδίδεται αμέσως στην γκεστάπο των ειδικών. Κι αυτή η δικτατορία των ειδικών που μετατρέπει ακόμη και τα πιο αυτονόητα για τον κοινό νου, σε τεχνοκρατικές ανοησίες, είναι η χειρότερη απ' όλες. 49 κατασκευαστές πλυντηρίων, όπως έλεγε μια παλιά διαφήμιση, μας προτείνουν ευρώ! Η μεγαλύτερη μπούρδα που είναι σε θέση να ξεστομίσει ένας τεχνοκράτης, μέγας ειδικός με ακαδημαϊκές περγαμηνές, αρκεί για μια φυλλάδα όπως η Καθημερινή των Αλαφούζου-Βαρδινογιάννη να γίνει πρωτοσέλιδο.

Ο απλός κόσμος αντιμετωπίζεται όπως αντιμετώπιζαν οι παλιοί αποικιοκράτες τους εύπιστους ιθαγενείς, των οποίων άρπαξαν τη γη των πατέρων τους με αντάλλαγμα φούμαρα. Το ίδιο γίνεται και σήμερα. "Η ταχυδακτυλουργία που εστιάζει την προσοχή στις τεχνικές λύσεις, ενώ καλύπτει μέχρι και τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων των πραγματικών ανθρώπων είναι η ηθική τραγωδία της ανάπτυξης σήμερα.

Τα δικαιώματα των φτωχών, ... είναι ηθικός αυτοσκοπός. Ηθικά ουδέτερη προσέγγιση για τη φτώχεια δεν υπάρχει. Οποιαδήποτε προσέγγιση για την ανάπτυξη, είτε θα σέβεται τα δικαιώματα των φτωχών, ή θα τα παραβιάζει. Κανείς δεν μπορεί να αποφύγει αυτή την ηθική επιλογή με την προσφυγή σε «αντι-ιδεολογικές τεκμηριωμένες πολιτικές» (μια δημοφιλής φράση στην ανάπτυξη σήμερα)." Έτσι γράφει ο William Easterly στο The Tyranny of Experts, (New York: 2013), ο οποίος δούλεψε χρόνια για την Παγκόσμια Τράπεζα.

Τα πράγματα όμως είναι εξαιρετικά απλά. Τόσο απλά που μπορεί να τα αντιληφθεί ο οποιοσδήποτε έχει την απαραίτητη κοινωνική εμπειρία. Όταν οι ειδικοί μιλάνε για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους και προτείνουν επιμηκύνσεις, αναδιαρθρώσεις, κουρέματα και άλλα άσχετα, αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι να ξεκαθαρίσουν το ποιός καλείται να πληρώσει.

Μιλάνε για έσοδα και δαπάνες, για πρωτογενή πλεονάσματα του κρατικού προϋπολογισμού σαν να πρόκειται το κράτος από την τσέπη του να πληρώσει την εξυπηρέτηση του χρέους. Κανένας δεν τολμά να πει την αλήθεια: Το κράτος δεν παράγει δικό του εισόδημα, αλλά αναδιανέμει το εισόδημα των νοικοκυριών της χώρας. Επομένως σε κάθε περίπτωση αυτός που καλείται να πληρώσει έστω κι ένα βαθιά κουρεμένο χρέος, είναι τα νοικοκυριά. Το κράτος απλά λειτουργεί ως διαμεσολαβητής.

Γιατί λοιπόν κανένας, μα κανένας δεν θέτει το εξής απλό ερώτημα: Πόσο περισσεύει από το εισόδημα που παράγει η οικονομία για τα νοικοκυριά προκειμένου να πληρωθεί έστω μέρος του χρέους; Τι κάνει κάθε νοικοκύρης για το νοικοκυριό του προκειμένου να δει αν μπορεί να συνεχίσει την εξυπηρέτηση ενός χρέους; Υπολογίζει πόσα από το εισόδημά του χρειάζονται για τα απαραίτητα που χρειάζεται αυτός και η οικογένειά του για να ζήσουν. Το υπόλοιπο - αν υπάρχει - είναι η βάση με την οποία υπολογίζει ο καλός νοικοκύρης πόσο από το χρέος μπορεί να εξυπηρετήσει.

Γιατί αυτό που κάνει ο απλός νοικοκύρης δεν το κάνει κανένας από όλους αυτούς που εμφανίζονται να προτείνουν αναδιαρθρώσεις, μειώσεις ή κουρέματα του χρέους; Πόσο ειδικός πρέπει να είσαι για να σκεφτείς όπως ο απλός νοικοκύρης;

Από το 2011 όταν το σύστημα ΣΥΡΙΖΑ ανακάλυψε το κούρεμα του δημοσίου χρέους με διαπραγμάτευση, επιμένω να ρωτώ τους ειδικούς που πλασάρουν τέτοιες προτάσεις, το ίδιο ερώτημα: Για να μας λέτε ότι μπορούν τα νοικοκυριά να εξυπηρετήσουν έστω κι ένα μικρό μέρος του δημοσίου χρέους, σημαίνει ότι εκτιμάται ότι διαθέτουν ένα έστω πλεόνασμα εισοδήματος. Πείτε μας λοιπόν, πόσο είναι αυτό και πόσο θα στοιχίσει στο μέσο νοικοκυριό αυτό το μέρος του χρέους που θέλετε να συνεχίσει να πληρώνει;

Ουδείς μέχρι σήμερα δεν έχει απαντήσει σ' ένα τόσο απλό ερώτημα. Ένα ερώτημα που κάθε απλός νοικοκύρης κάνει στον εαυτό του, όταν πρόκειται για εξυπηρέτηση χρέους. Ουδείς δέχθηκε μέχρι σήμερα να συζητήσει δημόσια και ανοιχτά την πρότασή του για κούρεμα. Το γιατί το ζήσαμε με τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Το δυστύχημα είναι ότι το ίδιο βιολί συνεχίζεται και τώρα. Τα ίδια Παντελακή μου, τα ίδια Παντελή μου, ή καλύτερα τι είχες Γιάννη τι είχα πάντα!

Έτσι εμφανίζεται ξανά μανά ο κ. Λαπαβίτσας για να προτείνει δραχμοποίηση του δημοσίου χρέους, ενώ η ΛΑΕ κι ο κ. Τόλιος θεωρεί ότι είναι αδύνατον να διαγραφεί παρά μόνο ένα μέρος του δανείου. Και πώς; Με διαπραγματεύσεις!

Κανείς τους όμως δεν λέει τι θα στοιχίσει στα νοικοκυριά της Ελλάδας. Δεν λέει κουβέντα για το ποιός θα πληρώσει το λογαριασμό και πόσο θα στοιχίσει. Καθαρίζουν με τη γνωστή τελεολογία του ύποπτου τεχνοκράτη: δεν υπάρχει άλλος τρόπος! Ποντάρουν στην άγνοια και τις φοβίες του κόσμου για να του σκάψουν - για μια ακόμη φορά - το λάκκο.

Το γεγονός ότι οι εν λόγω κύριοι μαζί με την κ. Κωνσταντοπούλου το πράττουν εκ του πονηρού, δηλαδή από δόλια σκοπιμότητα, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ποτέ δεν δέχθηκαν τον ανοιχτό πολιτικό διάλογο. Ποτέ δεν δέχθηκαν τη δημόσια αναμέτρηση επιχειρημάτων ώστε να αντιληφθεί ο κόσμος που του στήνουν την παγίδα.

Όταν μιλάμε για δημόσιο χρέος θα πρέπει να ξεκινήσουμε όχι από τα δημοσιονομικά, αλλά από τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Τι περισσεύει σήμερα από το μέσο νοικοκυριό με βάση το οποίο μπορεί να πληρωθεί μέρος του δημοσίου χρέους; Απολύτως τίποτε!

Δείτε το διάγραμμα που παραθέτουμε. Το % της οριακής αποταμίευσης των νοικοκυριών στην Ελλάδα επί του διαθέσιμου εισοδήματος κινήθηκε από περίπου το +10% το 1995 στο -20% το 2015 (Πηγή ΟΟΣΑ, Household Accounts 2016). Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι τα νοικοκυριά στην Ελλάδα όχι μόνο έχουν πάψει να έχουν περίσσευμα από το διαθέσιμο εισόδημα, δηλαδή να καλύπτουν τις βασικές τους καταναλωτικές δαπάνες και να τους μένει και κάτι στην άκρη, αλλά χάρις πρωτίστως στη μνημονιακή πολιτική το διαθέσιμο εισόδημα δεν μπορεί πλέον να καλύψει ούτε καν τις βασικές καταναλωτικές δαπάνες. Πώς λοιπόν κύριοι μπορεί να εξυπηρετήσει έστω και μέρος του δημοσίου χρέους; Από πού;

Τι σημαίνει λοιπόν η εξυπηρέτηση έστω και 10% του δημοσίου χρέους σήμερα; Σημαίνει περισσότεροι φόροι στο νοικοκυριό και μεγαλύτερη αφαίμαξη του διαθέσιμου εισοδήματος. Εκτός κι αν αυτοί που μιλάνε για κούρεμα του χρέους έχουν υπόψη τους ότι θα το πληρώσουν με νέα δάνεια. Ελπίζω να μην είναι τόσο ειδικοί, ώστε να υπονοούν τέτοιες ανοησίες.

Άλλωστε σήμερα το ελληνικό κράτος καλείται να εξυπηρετήσει μόλις το 23% του τρέχοντος δημοσίου χρέους. Το υπόλοιπο 77% θα αρχίσει να το εξυπηρετείται από το 2020 (το διακρατικό) και το 2023 (τα δάνεια του μηχανισμού). Με άλλα λόγια, ακόμη κι αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε καταφέρει τους δανειστές να διαγράψουν το 77% του δημοσίου χρέους - χωρίς τα προαπαιτούμενα του PSI - και πάλι το κράτος δεν θα μπορούσε να εξυπηρετήσει το υπόλοιπο δημόσιο χρέος. Θα αγκομαχούσε να πιάσει πρωτογενή πλεονάσματα σε βάρος ενός συρρικνωμένου διαθέσιμου εισοδήματος.

Φυσικά, υπάρχουν και εκείνοι που λένε ότι θα τα βρίσκαμε από τους πλούσιους. Αυτό μπορεί να το πει μόνο όποιος δεν έχει την παραμικρή ιδέα του τι έχει συμβεί στην ελληνική οικονομία. Δεν έχει πάρει μυρωδιά την καταστροφή που έχει επέλθει και πώς έχουν μετακινηθεί τεράστια κεφάλαια στο εξωτερικό.

Τι σημαίνουν όλα αυτά; Κάτι πολύ απλό. Τα στοιχεία θέτουν ένα απλό και άμεσο δίλημμα: Ή θα αρνηθούμε το σύνολο του δημοσίου χρέους, θέτοντας ως άμεση προτεραιότητα την ανάκαμψη του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Ή καταδικάζουμε στη σφαγή τα νοικοκυριά και ολόκληρη τη χώρα στο όνομα της εξυπηρέτησης έστω και μέρους του δημοσίου χρέους. Μέση οδός δεν υπάρχει!

Τα πράγματα είναι τόσο απλά και κανείς, όσο ειδικός κι αν το παίζει, δεν μπορεί να το αποφύγει. Όποιος λοιπόν ζητά την εξυπηρέτηση του χρέους είτε σε νέες δραχμές, είτε κουρεύοντας το μεγαλύτερο μέρος του, οφείλει να πει στον απλό εργαζόμενο νοικοκυριό τι θα σημάνει αυτό σε φόρους και λιτότητα. Γιατί, όσο ψεύτης, πορομένος, ή ανόητος κατ' επάγγελμα είναι ένας ειδικός, εξυπηρέτηση χρέους χωρίς φοροεπιδρομές και λιτότητες σε βάρος των νοικοκυριών του λαού δεν μπορεί να γίνει σε μια οικονομία που δεν παράγει επαρκές διαθέσιμο εισόδημα ούτε καν για τις βασικές καταναλωτικές δαπάνες. Όλα τα άλλα είναι για τους αφελείς και τους ανόητους, ή για τους επιτήδειους!

Μπορούμε να το αρνηθούμε το δημόσιο χρέος καθ' ολοκληρία; Ναι μπορούμε! Πρώτα και κύρια γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά. Όποιος νοιάζεται γι' αυτόν τον τόπο και το λαό του, δεν μπορεί παρά να απαιτεί την καθ' ολοκληρία άρνηση και διαγραφή του χρέους. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Ακόμη κι αν δεν υπήρχαν νομικά και πολιτικά επιχειρήματα για την καταγγελία του δημοσίου χρέους της Ελλάδας στο σύνολό του, και μόνο το γεγονός ότι δεν υφίσταται επαρκές δημόσιο εισόδημα για τα νοικοκυριά, αρκεί για να υποστηρίξει κανείς την ολοσχερή διαγραφή του.

Και που έχει ξαναγίνει αυτό; Λέει μια από τις πολλές παροιμιώδεις ατάκες της μπαλάντας του ηλίθιου, που έχουν συνθέσει και απαγγέλουν καθημερινά ειδικοί και μη. Ξεχνούν βέβαια το πιο πρόσφατο παράδειγμα της Ισλανδίας. Εκεί μετά από κινητοποίηση του κόσμου και δυο δημοψηφίσματα, η κυβέρνηση της Ισλανδίας αρνήθηκε να πληρώσει το σύνολο του χρέους των χρεοκοπημένων της τραπεζών προς Βρετανία, Ολλανδία και Γερμανία κυρίως.

Το σύνολο παρακαλώ και μάλιστα με μονομερή ενέργεια. Χωρίς κανενός είδους διαπραγμάτευση. Γιατί; Μήπως αμφισβήτησε τη νομιμότητα του χρέους και της συμβατικής της υποχρέωσης να αποζημιώσει τους ξένους καταθέτες και επενδυτές των χρεοκοπημένων της τραπεζών; Όχι. Δήλωσε απλά τα εξής: Τα χρέη αυτά δεν τα πληρώνουμε γιατί πολύ απλά δεν αντέχει η οικονομία και τα νοικοκυριά της Ισλανδίας.

Τι έπαθε η Ισλανδία; Τίποτε απολύτως. Παρά το γεγονός ότι η Βρετανία και η Ολλανδία προσέφυγαν στο δικαστήριο των ΕΖΕΣ και ζήτησαν δικαίωση, η Ισλανδία εξακολουθεί να αρνείται να πληρώσει. Χωρίς κανείς να μπορεί να την αναγκάσει. Μήπως η Βρετανία, η Ολλανδία και η Γερμανία εφάρμοσαν πολιτικές αποκλεισμού της Ισλανδίας; Ούτε κατά διάνοια. Σήμερα έχουν περισσότερες εμπορικές σχέσεις μ' αυτό το μικρό κράτος στον βόρειο αρκτικό, παρά την άρνηση της Ισλανδίας να τους αποζημιώσει. Και παρά το γεγονός ότι η Βρετανία και η Ολλανδία υποχρεώθηκαν να αποζημιώσουν τους δικούς τους καταθέτες και επενδυτές στις τράπεζες της Ισλανδίας που χρεοκόπησαν.

Επομένως γίνεται να αρνηθεί στο σύνολό του ένα χρέος, αρκεί να είναι αποφασισμένος ο λαός και η κυβέρνησή του. Ακόμη κι αν δεν έχουν άλλο επιχείρημα εκτός από την πλήρη αδυναμία της οικονομίας και των νοικοκυριών της.

Δεν είναι η άρνηση του χρέους, η καταγγελία του ως παράνομο, ειδεχθές και απεχθές στο σύνολό του, που θα οδηγήσει σε περιπέτειες τη χώρα και το λαό της. Σε όλο και χειρότερες περιπέτειες θα οδηγείται η χώρα όσο αναγνωρίζει το χρέος, που της έχουν επιβάλλει και μάλιστα υπό καθεστώς κατοχής και εξαναγκάζει το λαό της να πληρώσει έστω και μέρος του. Κι αυτό είναι γεγονός που επαληθεύεται από ολόκληρη την ιστορία της Ελλάδας, αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας τους τελευταίους δυο αιώνες. Χωρίς καμιά εξαίρεση. Έστω κι αν οι ειδικοί μιλάνε λες και μόλις χθες κατέφθασαν από τον πλανήτη Άρη!

Η επιλογή να πληρωθεί έστω μέρος του χρέους και μάλιστα με διαπραγμάτευση δεν είναι ούτε οικονομική, ούτε δημοσιονομική, είναι πρωτίστως πολιτική και ταξική. Η επιλογή γίνεται γιατί αυτοί που την κάνουν θεωρούν αδιανόητη τη μετωπική αναμέτρηση με τον σκληρό πυρήνα του πιο αρπακτικού και παρασιτικού κεφαλαίου των τραπεζών και των χρηματαγορών.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η πρόταση Λαπαβίτσα για δραχμοποίηση του χρέους δεν είναι παρά η ίδια πρόταση της Λεπέν να μετατρέψει από ευρώ σε νέα Γαλλικά φράγκα το δημόσιο χρέος για να συνεχίσει να το εξυπηρετεί. Η ταύτιση της πρότασης Λαπαβίτσα με εκείνη της Λεπέν είναι πρωτίστως ταύτιση ταξική. Τόσο η πρόταση Λαπαβίτσα, όσο κι εκείνη της Λεπέν θεωρούν αδιανόητη τη διαγραφή του χρέους, γιατί θεωρούν αδιανόητη την εκ βάθρων αμφισβήτηση των ταξικών συμφερόντων του σκληρού πυρήνα του τραπεζικού και χρηματιστικού κεφαλαίου παγκόσμια.

Το κατά πόσο είναι εφαρμόσιμη είναι μια τέτοια πρόταση, αρκεί να σκεφτεί κανείς το εξής απλό. Η δραχμοποίηση που προτείνουν ορισμένοι δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με τη σύμφωνη γνώμη των δανειστών. Ποιός δανειστής θα δεχθεί να μετατρέψει τις απαιτήσεις του από ευρώ σε νέα δραχμή; Και με τι επιτοκιακή ή άλλη αποζημίωση;

Το παράδειγμα της αυτόματης μετατροπής από παλιά δραχμή σε ευρώ των κρατικών ομολόγων όταν η Ελλάδα πέρασε στην ευρωζώνη, δείχνει ότι αυτοί που το επικαλούνται δεν ξέρουν που πάνε τα τέσσερα. Η μετατροπή αυτή έγινε σε συνεννόηση με τους κατόχους ελληνικών ομολόγων και μάλιστα διατηρώντας τα υψηλά επιτόκια της παλιάς δραχμής στη νέα αξία σε ευρώ. Με άλλα λόγια οι κάτοχοι των ελληνικών ομολόγων αποζημιώθηκαν με το παραπάνω και δέχθηκαν την μετατροπή.

Όμως ακόμη κι αν δεχθούμε ότι σε κάποια φάση οι δανειστές αποδεχθούν έστω μέρος του δημοσίου χρέους να πληρωθεί σε νέα δραχμή, μπορεί να σκεφτεί κανείς τι θα συμβεί. Πέρα από τις φοροεπιδρομές και τα μνημόνια που θα χρειάζονται για να αναγκάσουν τα νοικοκυριά και με νέα δραχμή να πληρωθεί το χρέος, οι δανειστές θα βρεθούν με μεγάλες ποσότητες νέας δραχμής στα χέρια τους.

Ποιος θα τους εμποδίσει από το να κερδοσκοπήσουν άγρια με το νέο νόμισμα στις αγορές forex, προκειμένου να εξαναγκάσουν την εθνικοποιημένη Τράπεζα της Ελλάδας να εξαντλεί τα συναλλαγματικά της αποθέματα για να συγκρατήσει τα σκαμπανεβάσματα του εθνικού νομίσματος; Αυτό δεν έκαναν και στην Αργεντινή, μόνο και μόνο για τη γονατίσουν και να την εξαναγκάσουν να βγει στις παγκόσμιες αγορές κεφαλαίου για δανεισμό σε σκληρό συνάλλαγμα;

Όμως δεν χρειάζεται να απασχολείστε με τέτοιες λεπτομέρειες. Οι ειδικοί ξέρουν! Οι μισοί από δαύτους μας οδήγησαν στη χειρότερη χρεοκοπία που έχει υποστεί χώρα στο διεθνές στερέωμα εδώ και δυο αιώνες. Ενώ οι άλλοι μισοί αφού μας οδήγησαν με κλειστά τα μάτια στην απάτη ΣΥΡΙΖΑ, τώρα συνεχίζουν στο ίδιο μονοπάτι. Αρκεί να μην τολμήσει κανείς και τους φέρει αντίρρηση, ή τους ξεμπροστιάσει. Γι' αυτό και ο πολιτικός διάλογος αφορά αυστηρά όσους συμφωνούν ή δεν τους ενδιαφέρει στο ελάχιστο ο λαός και η πατρίδα.

Ο Δημήτρης Καζάκης είναι Γενικός Γραμματέας του Ε.ΠΑ.Μ.